υστερικός, -ή

υστερικός, -ή
υστερικός, -ή και -ιά, -ό επίρρ.
1. αυτός που έχει σχέση με την υστερία (βλ. λ.), που προκαλείται από αυτή: Υστερικά γέλια.
2. αυτός που πάσχει από υστερία.

Νέο ερμηνευτικό λεξικό της νεοελληνικής γλώσσας (Новый толковании словарь современного греческого). 2014.

Игры ⚽ Поможем решить контрольную работу

Look at other dictionaries:

  • υστερικός — ή, ό / ὑστερικός, ή, όν, ΝΑ, θηλ. και υστερικιά Ν νεοελλ. 1. αυτός που ανήκει ή αναφέρεται στην υστερία («υστερική κρίση») 2. (για πρόσ.) αυτός που πάσχει από υστερία αρχ. 1. αυτός που ανήκει ή αναφέρεται στη μήτρα («ὑστερικὸς ὑμήν», Αριστοτ.) 2 …   Dictionary of Greek

  • ὑστερικός — ὑ̱στερικός , ὑστερίζω come after perf part act neut nom/voc/acc sg ὑστερικός suffering in the womb masc nom sg …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

  • ὑστερικά — ὑστερικός suffering in the womb neut nom/voc/acc pl ὑστερικά̱ , ὑστερικός suffering in the womb fem nom/voc/acc dual ὑστερικά̱ , ὑστερικός suffering in the womb fem nom/voc sg (doric aeolic) …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

  • ὑστερικῶν — ὑστερικός suffering in the womb fem gen pl ὑστερικός suffering in the womb masc/neut gen pl …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

  • ὑστερικόν — ὑστερικός suffering in the womb masc acc sg ὑστερικός suffering in the womb neut nom/voc/acc sg …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

  • ὑστερικαῖς — ὑστερικός suffering in the womb fem dat pl …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

  • ὑστερικαῖσιν — ὑστερικός suffering in the womb fem dat pl (epic ionic aeolic) …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

  • ὑστερικαί — ὑστερικός suffering in the womb fem nom/voc pl …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

  • ὑστερικοῖς — ὑστερικός suffering in the womb masc/neut dat pl …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

  • ὑστερικοῖσι — ὑστερικός suffering in the womb masc/neut dat pl (epic ionic aeolic) …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

Share the article and excerpts

Direct link
Do a right-click on the link above
and select “Copy Link”